Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

Όταν η Φυσικοχημεία συναντάει το... θέατρο

Η Τατιάνα Κίρχοφ μας συστήνεται μαζί με την ομάδα της -νετρόνιο- στη θεατρική παράσταση "Η εξίσωση Boltzmann". 


Σε αντίθεση με τον τίτλο της, ο οποίος μας προϊδεάζει για ένα έργο που θα μπορούσε να είχε γράφεί από τον Α. Δοξιάδη (Ο Θείος Πέτρος και η εικασία του Γκόλντμπαχ) ή τον Ντ. Γκετζ (Το Θεώρημα του Παπαγάλου), στην πραγματικότητα η εξίσωση Botzmann ελάχιστη σχέση με Φυσική ή Μαθηματικά έχει. Ή μάλλον έχει  τόση όση η αστείρευτη φαντασία της δημιουργού της πρόλαβε να χωρέσει μέσα σε 60 λεπτά. 
Όταν η Τατιάνα και ο Αλέξανδρος φεύγουν από τη ζωή αφήνουν πίσω τους τη θανάσιμη αντίζηλο της πρώτης και σύζυγο του τελευταίου, την Πένυ. Έναν χρόνο ακριβώς μετά το θάνατό τους, τους δίνεται η ευκαιρία να επιστρέψουν σε αυτή και να της πουν όσα δεν είχαν προλάβει με τον ξαφνικό θάνατό τους. Όμως, στην επιστροφή αυτή, οι όροι κι οι κανόνες του παιχνιδιού αλλάζουν και το άλλοτε βέβαιο γίνεται ψέμα κι η πραγματικότητα ανατρέπεται μόλις σε έναν χειμώνα και ένα καλοκαίρι...


Η Τατιάνα υπογράφει το πρώτο της θεατρικό κείμενο, τόσο έντονα σουρεαλιστικό και τόσο εύστοχο, φανερά επηρεασμένη από τον αγαπημένο μας Αρκά, που το κάνει να μοιάζει τόσο φυσικό πάνω στη σκηνή, ξεχνώντας το παράδοξο της υπόθεσης. Με ατάκες που ξεχειλίζουν στο πρώτο μέρος της παράστασης παραδίδει τη σκυτάλη στο δεύτερο μισό της, ίσως λίγο περισσότερο δραματικό, όμως απαραίτητο για τη λύτρωση των δύο κεντρικών ηρώων. Κι όλα αυτά είναι απόδειξη ότι όταν οι ενοχές μας μάς βασανίζουν, τότε οι Ερινύες πραγματικά δεν αφήνουν ποτέ να ησυχάσει την ανθρώπινη ψυχή. Κι όταν η εκδίκηση παίρνει σάρκα και οστά, όταν τα ανθρώπινα "θέλω" υπερισχύουν των ανθρωπίνων "πρέπει", όταν η εσωτερική ενέργεια των ανθρώπων συναντούν την αταξία κι όλα αυτά σχετίζονται μεταξύ τους, τότε έχουμε την εξίσωση Boltzmann.


Η αφίσα της παράστασης

Σημείωση συντάκτη: Η εξίσωση Boltzmann αποτελεί θεμελιώδη σχέση της Στατιστικής Μηχανικής (S = klnΩ) και εκφράζει τη μικροσκοπική αταξία ενός συστήματος συναρτήσει του πλήθους των μικροκαταστασεων που μπορεί αυτό να πάρει, είναι δε χαραγμένη στον τάφο του Boltzmann, που βρίσκεται στο κεντρικό κοιμητήριο της Βιέννης.



Κριτική για το "Δέρμα Που Κατοικώ" του Πέδρο Αλμοδόβαρ


"Το Δέρμα Που Κατοικώ", ίσως από τους πιο αντιεμπορικούς τίτλους ταινιών που έχω ακούσει ποτέ. Πρόκειται για την τελευταία ταινία του "εθνικού" σκηνοθέτη της Ισπανίας, Almodóvar, όπως ο ίδιος μας συστήνει  τον εαυτό του στους τίτλους της. Ο Αλμοδόβαρ αυτή τη φορά βρίσκεται στο τιμόνι της σκηνοθεσίας και του διασκευασμένου σεναρίου, από το βιβλίο του Τιερί Ζονκέ "Η Μυγαλή: Η δηλητηριώδης αράχνη". Θα μπορούσα να σας γράφω με τις ώρες αυτά που έζησα ως θεατής κατά τη διάρκεια της ταινίας, όμως θα προτιμούσα να μην αποκαλύψω πολλά, εκτός από τα απαραίτητα. Και ποια είναι αυτά;

Η ταινία απαρτίζεται από τρία διαφορετικά μέρη. Το πρώτο είναι η ιδέα. Το δεύτερο είναι ο θάνατος και  το τρίτο η αναγέννηση. Καθένα απ' αυτά τα μέρη είναι αυτοτελές και συνάμα τόσο μπλεγμένο στην υπόλοιπη ιστορία.

Ο Ρόμπερτ (Αντόνιο Μπαντέρας) είναι ένας πλαστικός χειρουργός πολύ επιτυχημένος και ταυτόχρονα υπερβολικά φιλόδοξος για ό,τι αυτό συνεπάγεται στην επιστήμη. Ζει απομονωμένος σχεδόν σε ένα προάστιο της Μαδρίτης, όπου εκεί μπορεί να δουλεύει ανεξάρτητα και να συνεχίζει την έρευνά του, τη δημιουργία τεχνητού δέρματος μέσω τρανσέγεννησης. Μόνος και με μοναδική συντροφιά το στοιχειωμένο του παρελθόν φαίνεται ότι το καταφέρνει με τη βοήθεια μιας γυναίκας (Έλενα Ανάγια), η οποία προσφέρει το ίδιο της το σώμα βορά στην επιστήμη. Κι όταν το πείραμα πετύχει, τα όρια μεταξύ ηθικής και επιστήμης στενεύουν απειλητικά, τόσο που ο έλεγχος χάνεται και μόνο με τη βοήθεια μιας ακόμα έμπιστης γυναίκας (Μαρίζα Παρέδες) μπορεί να φυλαχθεί αυτό το ένοχο μυστικό.

Ο Μπαντέρας παλεύει διαρκώς με το παρελθόν και το παρόν. Ένα παρελθόν με όχι και τόσο ευχάριστες αναμνήσεις και ένα παρόν που δεν του επιτρέπει να δει τα σύνορα του "εγώ" και του "θέλω". Ο ίδιος αντιμετωπίζει τον εαυτό του ως Θεό υπερεκτιμώντας το τι πρέπει και τι όχι να κάνει. Ως ένας άλλος Πυγμαλίωνας πλάθει τη δική του Γαλάτεια. Κι όταν αυτή παίρνει με τη σειρά της σάρκα και οστά, όταν το τέρας που έχει κυριεύσει το ίδιο της το σώμα σαλεύει στη δύναμη του ανθρώπινου νου, όταν το πείραμα συγκρούεται με την ίδια τη ζωή, τότε μέσα από τη λύσσα που την κυριεύει, προσπαθεί να πάρει τη δική της εκδίκηση οδηγώντας μας σε μια απαραίτητη κάθαρση.

Ο Αλμοδόβαρ προσθέτει όλες τις τεχνικές που ξέρει να χειρίζεται πολύ καλά, το χιούμορ του, τη φαντασία του, την εξαιρετική φωτογραφία -που μοιάζει βιντεοκλιπίστικη ορισμένες φορές- και φυσικά τη δυνατότητά του να αναδύει μέσα από τις στάχτες ενός ένδοξου παρελθόντος, την ξεχασμένη ηθοποιία του Μπαντέρας. Αυτή τη φορά ο Αμοδόβαρ βάζει όλη του τη μαεστρία σε κάθε πινελιά της ταινίας, η οποία μοιάζει αψεγάδιαστη. Έτσι, με την εξαιρετική ατμόσφαιρα που ο ίδιος δημιουργεί και σε συνδυασμό με την εξαιρετική μουσική του Αλμπέρτο Ιγκλέσιας υπογράφει ίσως το πρώτο θρίλερ της καριέρας του. Το τόλμησε και μπορώ να πω, πέτυχε! Φυσικά και δεν μπορεί κανείς να πει ότι οι εμμονές του σκηνοθέτη απουσιάζουν από αυτήν την ταινία, ίσως αναδεικνύονται ακόμα περισσότερο. Η εμμονή του με το γυναικείο φύλο, η πανδαισία χρωμάτων και η σεξουαλικότητά του δίνουν το παρόν και στο "Δέρμα Που Κατοικώ". Όμως, αυτή τη φορά θα μπορούσα να πω ότι ξεπέρασε τον εαυτό του. Μόνο στα χέρια αυτού του σκηνοθέτη, αυτή η ταινία θα μπορούσε να είχε δημιουργηθεί.

H ταινία είναι μια δυνατή γροθιά στην επιστήμη. Πολλές φορές αψηφούμε ζητήματα βιοηθικής, αγνοώντας τις συνέπειες ή ακόμα χειρότερα αψηφώντας τα. Όμως, ακόμα κι όταν όλα αυτά παίρνουν ανθρώπινες διαστάσεις κι όταν η τρέλα γίνεται συνώνυμη της λογικής,  αυτό που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε είναι ότι το δέρμα μας,  μόνο μας φιλοξενεί και τίποτα δεν πρέπει να θυσιάζει την αγάπη για τη ζωή και τα όνειρά μας.
(10/10)

Όλα τα παραπάνω εκφράζουν καθαρά την προσωπική μου και μόνο άποψη. Η ιστοσελίδα της ταινίας στο IMDb είναι η http://www.imdb.com/title/tt1189073/.


Η αφίσα της ταινίας